Λογοτεχνικά Βιβλία & Δοκίμια
(475)- Εμφάνιση
- 18
- 36
Δεκαπέντε χρόνια μετά τα όσα περιγράφονται στην Ιστορία της Θεραπαινίδας, το θεοκρατικό καθεστώς της Δημοκρατίας της Γαλαάδ παραμένει ισχυρό, αλλά τα πρώτα σημάδια της παρακμής αρχίζουν να γίνονται φανερά. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, οι ζωές τριών ολότελα διαφορετικών γυναικών συναντιούνται, και τα αποτελέσματα μπορεί να είναι εκρηκτικά. Οι δύο ανήκουν στην πρώτη γενιά που ενηλικιώνεται μέσα στην τυραννία. Στις δικές τους μαρτυρίες προστίθεται μια τρίτη: της Θείας Λίντια, το περίπλοκο παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον της οποίας επιφυλάσσουν πολλές εκπλήξεις και ανατροπές. Καθώς η Άτγουντ μάς οδηγεί στα άδυτα του καθεστώτος της Γαλαάδ, καθεμιά από τις ηρωίδες της πρέπει να αποδεχτεί ποια είναι και να αποφασίσει ως πού είναι διατεθειμένη να φτάσει γι’ αυτό που πιστεύει… Η αριστουργηματική συνέχεια της θρυλικής Ιστορίας της Θεραπαινίδας. Ένα έργο επίκαιρο, που προορίζεται να γίνει κλασικό.
Ύστερα από περίπου πενήντα χρόνια ως σύζυγος και μητέρα, η Ένιντ Λάμπερτ είναι έτοιμη να απολαύσει τη ζωή. Δυστυχώς, ο άντρας της, ο Άλφρεντ, πάσχει από Πάρκινσον και τα παιδιά τους έχουν εγκαταλείψει την οικογενειακή φωλιά για να βιώσουν τις προσωπικές τους καταστροφές. Ο μεγαλύτερος, ο Γκάρι, κάποτε στέλεχος με σταθερή δουλειά και οικογενειάρχης, προσπαθεί να πείσει τη γυναίκα του, παρά τα σημάδια περί αντιθέτου, ότι δεν έχει κατάθλιψη. Ο μεσαίος, ο Τσιπ, έχει χάσει τη δουλειά του ως καθηγητής και αποτυγχάνει θεαματικά στις νέες του επιχειρηματικές προσπάθειες. Και η Ντενίζ, η μικρότερη, ξέφυγε από έναν καταστροφικό γάμο μόνο και μόνο για να χαραμίσει τα νιάτα και την ομορφιά της στη σχέση της μ’ έναν παντρεμένο. Απελπισμένη να νιώσει λίγη χαρά, η Ένιντ βάζει έναν στόχο: να ενώσει την οικογένειά της στο σπίτι τα Χριστούγεννα για τελευταία φορά. Από τις Μεσοδυτικές Πολιτείες στα μέσα του αιώνα μέχρι τη Γουόλ Στριτ και την Ανατολική Ευρώπη σήμερα, ο Φράνζεν φέρνει τον παραδοσιακό κόσμο της αστικής αρετής και των σεξουαλικών απαγορεύσεων σε βίαιη σύγκρουση με την εποχή του εμμονικού ελέγχου στο σπίτι, της αποστασιοποιημένης γονικής φροντίδας και της παγκοσμιοποιημένης απληστίας. Ένα μυθιστόρημα εξαιρετικά ρεαλιστικό, σκοτεινά ξεκαρδιστικό και βαθιά ανθρώπινο, που επιβεβαιώνει ότι ο Τζόναθαν Φράνζεν είναι ένας από τους ευφυέστερους ερμηνευτές της αμερικανικής κοινωνίας και της αμερικανικής ψυχής.
Οι ελέφαντες θυμούνται, όμως εμείς είμαστε ανθρώπινα πλάσματα και ευτυχώς τα ανθρώπινα πλάσματα ξεχνούν. Ο Ηρακλής Πουαρό στάθηκε στην άκρη του γκρεμού. Γιατί σε αυτό το σημείο, πριν από πολλά χρόνια, συνέβη ένα τραγικό δυστύχημα – το κορμί μιας γυναίκας βρέθηκε τσακισμένο στα βράχια. Και στη συνέχεια, ακόμα δύο πτώματα ανακαλύφθηκαν – ένα παντρεμένο ζευγάρι που είχε βρει τον θάνατο από πυροβολισμό. Ποιος σκότωσε ποιον; Μήπως ήταν διπλή αυτοκτονία; Έγκλημα πάθους; Ή εν ψυχρώ δολοφονία; Ο Πουαρό βυθίζεται στο παρελθόν για να εξιχνιάσει ένα έγκλημα που έγινε πριν από δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια και ανακαλύπτει πως, ακόμα κι αν δεν υπάρχουν χειροπιαστά στοιχεία, οι παλιές αμαρτίες ρίχνουν μεγάλες σκιές.
Πόσο επικίνδυνος είναι τελικά ο έρωτας; Είναι κι ένα παιχνίδι στρατηγικής, τακτικής, ολοκληρωτικής επίθεσης ή κλειστής άμυνας; Πόσο καλά μπορούμε να παίξουμε αυτό το παιχνίδι και να αποφύγουμε τους κινδύνους όταν πρυτανεύει το φλογερό πάθος, η απεγνωσμένη ανάγκη και η επιθυμία που κοχλάζει; Και τι μπορούμε να μάθουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό αν δοθούμε ολοκληρωτικά στο πάθος; Οι Επικίνδυνες σχέσεις, το κλασικό αριστούργημα του Σοντερλό ντε Λακλό, κυκλοφόρησαν την άνοιξη του 1782 σε μια Γαλλία που υπογείως προετοιμαζόταν για μια κολοσσιαίων διαστάσεων πολιτική, κοινωνική, και φιλοσοφική εντέλει, ανατροπή. Οι αριστοκράτες ήρωές τους πλήττουν θανάσιμα μέσα στην τρυφηλή τους ζωή, επιδιδόμενοι σε ένα ανελέητο κυνηγητό της καρδιάς και της σάρκας, χωρίς να γνωρίζουν ότι ζουν το λυκόφως της ακμής τους. Ο σημερινός αναγνώστης θα βρει στο έξοχο αυτό έργο κάτι από τον εαυτό του, τις ανομολόγητες επιθυμίες και τους απόκρυφους φόβους του, «ταξιδεύοντας» την ίδια στιγμή στην ανησυχαστικά τελματωμένη, εξωτική για εμάς σήμερα, ατμόσφαιρα της προεπαναστατικής Γαλλίας. Η σαγήνη της ανάγνωσης δεν εξαντλείται μονάχα στις εκπληκτικές περιγραφές, στις ανατροπές στην πλοκή και στις διεισδυτικές σκιαγραφίες των χαρακτήρων αλλά και στην ταύτιση που έρχεται κάθε τόσο με τα πάθη και τις επιθυμίες. Αυτή, εξάλλου, είναι η μαγεία του γνήσια κλασικού.
Οι Βαλκανικοί, ο Μεγάλος Πόλεμος, η βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας συνθέτουν ένα τραγικό σκηνικό στο οποίο παλεύει να επιβιώσει η ξεριζωμένη οικογένεια του Θρακιώτη Αντώνη Καραντρέα. Η ομηρία του Αντώνη και η εξοντωτική εργασία στα βουλγαρικά στρατόπεδα αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια στο κορμί και στην ψυχή του. Θα καταφέρει να ξεφύγει από τις φρικιαστικές θύμησες και να ξαναβρεί τον εαυτό του, όπως εύχονται οι δικοί του; Η οδύσσεια της οικογένειας συνεχίζεται με την αρρώστια του μικρού γιου Φώτη και την αιχμαλωσία του πρωτότοκου Αντρέα κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο. Πώς θα βιώσει ο Αντρέας τα τέσσερα χρόνια της αιχμαλωσίας; Τι εμπειρίες θα κουβαλά στις αποσκευές του γυρνώντας; Πώς θα σταθεί στα πόδια του, αφού στην πατρίδα τον περιμένουν καινούργιες συμφορές; Θα βρει το κουράγιο να συνεχίσει να αγωνίζεται για καλύτερες μέρες; Ο έρωτας, η αγάπη, η φιλία και η ανάγκη για μια πατρίδα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία του και θα γίνουν η βάση για αποφάσεις ζωής. Ένα φορτισμένο συγκινησιακά οδοιπορικό στους τόπους που βίωσαν τη φρίκη τριών βουλγαρικών κατοχών, ένα προσκύνημα στους τάφους όσων μαρτύρησαν, μια σταγόνα σεβασμού σ’ εκείνους που πόλεμοι, κατοχές και συνθήκες τούς ανάγκασαν να αλλάξουν βηματισμό, σχέδια και πορεία ζωής, αλλά κατάφεραν να σταθούν όρθιοι.
Αγγέλα, Μέλπω, Αριάδνη. Η μια απέναντι από την άλλη μέχρι χτες. Η μια δίπλα στην άλλη τώρα. Γυναίκες και μάνες του Εμφυλίου, τραγικές μορφές, σύμβολα και σημεία των πικρών καιρών, Ιστορία ζωντανή, αργασμένη στα πρόσωπα, στα βλέμματα, στις καρδιές τους. Μετά τον εμφύλιο σπαραγμό στα πεδία των μαχών, ένας εμφύλιος σπαραγμός στις ζωές των ανθρώπων˙ στις σχέσεις, στις φιλίες, στις οικογένειες. Μαύρες μαντίλες και χιλιάδες απουσίες απ’ τη μια μεριά. Κόκκινες σημαίες κι εκατοντάδες εκτελέσεις απ’ την άλλη. Σκύλλα και Χάρυβδη. Μετεμφυλιακή δεξιά εξουσία και αυταρχικά κομμουνιστικά καθεστώτα, παρακράτος, προσφυγιά, κόμμα, παιδομάζωμα, διώξεις, φυλακές κι εξορίες. Ένας λαός χωρισμένος στα δυο, ματωμένος, γονατισμένος. Ένας λαός θυσία, μια παράλογη θυσία χωρίς νικητές και ηττημένους, χωρίς θύτες και θύματα. Μα κι ένας λαός που πορεύεται στους καιρούς της μνήμης παλεύοντας να σταθεί όρθιος, ν’ αντικρίσει ήλιο κι ελπίδα. Ο λαός μας.
Ρόζα και Μαργαρίτα: δύο αδερφές, δίδυμες, σε «δίσεκτα» χρόνια. Η άρρηκτη δυάδα, που δεν έπρεπε να σπάσει ποτέ, γίνεται άθελά τους χίλια κομμάτια, πριν ακόμα προλάβουν τα κορίτσια να συνειδητοποιήσουν την ύπαρξή τους, αφού οι μνήμες τους δεν καταγράφονται στο μυαλό παρά μόνο στην ψυχή. Δυο κόρες, απόρροια ενός μεγάλου έρωτα που άνθισε δίπλα στη θάλασσα, μάτωσε στο βουνό, δοκιμάστηκε στον χρόνο και ρίζωσε εντέλει στην άλλη άκρη της Γης. Δύο ψυχές που, παρά τις αντιξοότητες, κατορθώνουν όχι απλώς να επιβιώσουν, αλλά να ανθίσουν και να εξελιχθούν, να αγαπήσουν και να ερωτευθούν, να πονέσουν και να προδοθούν, να ελπίσουν και να ονειρευτούν. Βίοι παράλληλοι και τόσο διαφορετικοί συγχρόνως, οι δύο όψεις στην ουσία του ίδιου νομίσματος, καθώς ό,τι σημαδεύει τη ζωή της μίας σωματοποιείται με κάποιον ανεξήγητο, μεταφυσικό τρόπο, σχεδόν ταυτόχρονα, από την άλλη. Στον πυρήνα της ύπαρξής τους εκείνη: η μάνα, η βασίλισσα, η Ελλάδα. Στα μύχια της ψυχής τους εκείνος: ο έρωτας, ο πόθος, ο θάνατος. Στο φόντο της ζωής τους τρεις χώρες: η Ελλάδα, η Ρουμανία, η Αμερική, και όλα εκείνα που τις σημαδεύουν στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Μια ιστορία για τη δύναμη των δεσμών αίματος, τη δίψα για επιβίωση, τη διαχρονικότητα του έρωτα, την ανάγκη για «πατρίδα».
Μια γυναίκα, κόρη οικογένειας επιφανών αγωνιστών της Επανάστασης του 1821, επιστρέφει στην Αθήνα του 1836, έπειτα από αναγκαστική εικοσαετή απομάκρυνση απ’ την Ελλάδα. Μια Ελληνίδα με προφίλ για μενταγιόν, η οποία δεν αγαπήθηκε όσο της άξιζε στην πατρίδα της και γι’ αυτό στα μάτια της κρύβει τον πόνο της γυναίκας που της έκλεψαν την εφηβεία, επιστρέφει για να διεκδικήσει πίσω τον εαυτό της, για να εκδικηθεί όσους τη στέρησαν την ταυτότητά της, για να μπορέσει να ζήσει. Βαθιές πληγές και ανοιχτοί λογαριασμοί προκαλούνται από μια θυσία η οποία κατέληξε σε έναν απαγορευμένο έρωτα, που σημάδεψε τη ζωή μιας αρχοντικής οικογένειας κατά τη διάρκεια των προεπαναστατικών χρόνων στην Αθήνα. Ατμοσφαιρικές καταστάσεις, μυστήρια και γρίφοι της ανθρώπινης ύπαρξης κυριαρχούν σε ένα κοινωνικό περιβάλλον όπου η παρουσία του άντρα βαραίνει ασφυκτικά. Εκδίκηση, συγχώρεση και λύτρωση γεννούν έντονα συναισθήματα στους ήρωες αυτής της κοινωνικής τοιχογραφίας. Ως προϊόν ιστορικής έρευνας, καταγράφεται μια λεπτομερέστατη περιγραφή της καθημερινής αθηναϊκής ζωής, με ανάλυση χαρακτήρων και επιμέρους ιστορίες που δένουν με την κεντρική ιστορία και πλουτίζουν την πλοκή. Έρωτες, πόλεμοι, πολιτική, σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων, οθωμανική εξουσία συνθέτουν τον μύθο του αφηγήματος. Η Φιλομήλα Λαπατά σκιαγραφεί το πορτρέτο της Αθήνας του 1800, με ολοκληρωμένους χαρακτήρες που ξεδιπλώνονται σε μια ρεαλιστική και συναρπαστική πλοκή, θίγοντας θέματα ανθρωπίνων σχέσεων και υπαρξιακής αναζήτησης. Ανασυνθέτει, με έναν δικό της τρόπο, την ατμόσφαιρα μιας ολόκληρης εποχής της Ιστορίας μας. Μιλάει για τη ζωή, τη μοίρα, τις επιλογές μας, τις σχέσεις, τη μνήμη ως κατάρα, το μίσος, την οργή, την υπέρβαση ορίων και τη λύτρωση.
Υπάρχουν κάτι στιγμές έσχατες, που αλλάζουν τη ζωή. Όχι μόνο τη δική σου, αλλά και όσων βρίσκονται γύρω σου. Και υπαίτιος είσαι εσύ. Κατόπιν, τίποτα δεν μπορεί να είναι το ίδιο. Η κρίση που ξεσπά στο πολιτικό μέτωπο της Ελλάδας του 1843 και συνεχίζεται στα επόμενα χρόνια εισβάλλει και στην προσωπική ζωή μιας σπουδαίας οικογένειας της μετεπαναστατικής Αθήνας, με αποτέλεσμα η απόγονος Ελισάβετ Δούκα, φιγούρα ακριβοθώρητη, διάφανη όπως το υγρό στοιχείο, που είχε τη δύναμη με την αφτιασίδωτη ποιότητά της να βγάζει τους Αθηναίους από την καθημερινότητα, διχασμένη ερωτικά, να υποπέσει σε ένα μεγάλο «λάθος» το οποίο σημαδεύει ανεξίτηλα και με τραγικές συνέπειες τη ζωή πολλών προσώπων… Η Φιλομήλα Λαπατά, με πρόθεση κοινωνικής ακτινοσκόπησης και με επιμέρους ήρωες που έχουν λόγο, αναπαριστά μια γκραβούρα της Αθήνας του 1840-1875 σε ένα αυτοτελές, πολυπρόσωπο, απολαυστικό και απρόβλεπτο μυθιστόρημα πάνω στον διχασμό: εσωτερικό, πολιτικό, ερωτικό. Υπαρξιακοί προβληματισμοί, ηθικά διλήμματα και η αιώνια πάλη του Καλού με το Κακό γύρω από τις έννοιες της ταυτότητας, της πατρίδας και της οικογένειας. Επιμέρους γεγονότα που δένουν με την κεντρική ιστορία, ευρηματική πλοκή και φαντασμαγορικοί χαρακτήρες, ελαττωματικοί καλοί και χαρισματικοί κακοί συνθέτουν το δεύτερο μυθιστόρημα της ιστορικής τριλογίας ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ.
Όταν η Πολίνα ανακαλύπτει ότι δεν είναι πραγματική κόρη εκείνου που μέχρι πρόσφατα θεωρούσε πατέρα της και ότι η μητέρα της έχει εραστή, χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της. Το μόνο που της μένει είναι να εγκαταλείψει οριστικά το σπίτι που την πλήγωσε και τους ανθρώπους που την εξαπατούσαν τόσα χρόνια. Καταλήγει στα Γιάννενα, την πόλη με τη μυθική λίμνη και την ξεχωριστή γοητεία, πιστεύοντας ότι θα κάνει μια καινούργια αρχή. Αυτό που δεν ξέρει είναι ότι, πολλά χρόνια πριν, στον τόπο αυτόν άνθησε ένας μεγάλος έρωτας, που μπορεί να χάθηκε μέσα στη λαίλαπα του πολέμου, αλλά η αύρα του εξακολουθεί να υπάρχει και θα επηρεάσει καθοριστικά και τη δική της τύχη. Στις όχθες της λίμνης όπου σεργιανίζει τώρα η Πολίνα χέρι χέρι με τον Στέργιο, σεργιάνιζε στον πόλεμο μια εθελόντρια νοσοκόμα μ’ έναν όμορφο στρατιώτη, που είχε τραυματιστεί στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας. Δυο ιστορίες ενωμένες με ασημένια κλωστή, όπως οι ασημένιοι κύκνοι που κεντούσε κάποτε μια ερωτευμένη κοπέλα. Μια αγάπη σημαδεμένη από τη φρίκη του πολέμου, το μεγαλείο της αφοσίωσης, την τόλμη των γενναίων και την προσμονή της λύτρωσης. Πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο του ’40, στα Γιάννενα, απ’ όπου άρχισαν όλα, οι νεότεροι ήρωες θα δουν τη ζωή τους να αλλάζει από αναπάντεχες ανατροπές, στον απόηχο ενός μεγάλου έρωτα.
Γυναίκες του Εμφυλίου…Ψυχές που καρτεράνε τρεμοσβήνοντας… Σαν την ψυχή της Μέλπως που συλλογιέται τη Φανούλα της, δεκαεξάχρονο κορίτσι, στον αγώνα με το τουφέκι. Παιδί την πήρε η ανάγκη μακριά, γυναίκα θα τη γυρίσει πίσω η ζωή. Αν υπάρχει ακόμη ζωή, συλλογιέται βαριά. Σαν της Αγγέλας την ψυχή, γονατισμένη μυστικά κάτω απ’ το εικονοστάσι. «Φέρ’ τους πίσω, Παναγιά μου», ψιθυρίζει τρέμοντας, «φέρε το γιο μου και φέρε και τον άντρα μου, κουράστηκα, Παναγία μου, λύγισα μονάχη να παλεύω». Και σαν την ψυχή της Αριάδνης, βουβή, χαμένη ανάμεσα στον πάνω και στον κάτω κόσμο. Ο άντρας της, ίσως κι η κόρη της, η Κατερινούλα της, στον κάτω κόσμο πια να βρίσκονται. Εκεί… εκεί μαζί τους είναι η θέση μου, συλλογιέται θλιμμένα. Εκεί και πουθενά αλλού. Μετά τις ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ, οι τρεις ηρωίδες αυτού του βιβλίου, μορφές και μοίρες του λαού μας, βορά σ’ έναν απάνθρωπο εμφύλιο σπαραγμό.
Αν ο ένας δεν κάνει την κίνηση, τότε πρέπει να την κάνει ο άλλος∙ επιτρέποντας στον αντίπαλο να επιτεθεί, μπορείς να μάθεις κάτι γι’ αυτόν. Ένας απρόσκλητος επισκέπτης στέκεται στην πόρτα του υπνοδωματίου του Ηρακλή Πουαρό. Δείχνει ταλαιπωρημένος, καθώς είναι από την κορυφή ως τα νύχια μέσα στη σκόνη. Καρφώνει το βασανισμένο βλέμμα του για λίγο στον διάσημο ντετέκτιβ κι ύστερα σωριάζεται στο πάτωμα. Ποιος είναι; Γιατί βρίσκεται σε κατάσταση σοκ; Και, κυρίως, τι σημαίνει ο αριθμός 4 που γράφει ξανά και ξανά με τρεμάμενο χέρι σε μια κόλα χαρτί; Ο Πουαρό θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια διεθνή ίντριγκα και θα ρισκάρει την ίδια του τη ζωή για να λύσει το μυστήριο με τον αριθμό 4…
Τέσσερις νέες γυναίκες, άγνωστες μεταξύ τους, συναντήθηκαν. Μόνο για μερικές στιγμές! Κάτι ανεξήγητα γνώριμο σκίρτησε μέσα τους, ένα ανεπαίσθητο τρέμουλο σαν τα βλέμματα αντάμωσαν, λες και μια ριπή παγωμένου αέρα τις διαπέρασε. Μια αδικαιολόγητη αίσθηση φευγαλέου φόβου, ένα ξάφνιασμα και μια αδιόρατη νοσταλγία τις τύλιξε. Ύστερα η καθεμία ακολούθησε τον δρόμο της, ενώ στον αέρα πλανιόταν αόρατη η σφραγίδα του πεπρωμένου! Αθέατη στα μάτια των θνητών, η Μοίρα έπλεκε το υφαντό της. Η σαΐτα της χοροπηδούσε δίνοντας σχήμα, μορφή και σχέδια στο χαλί της ζωής τους. Δεν ήταν ικανοποιημένη και αποφάσισε να προσθέσει μια χρυσοκλωστή στην πορεία τους ξεχωριστά, σε διαφορετικό χρόνο, για να δώσει λίγο χρώμα στο υφαντό και στη ζωή των τεσσάρων γυναικών. Όμως η χρυσοκλωστή θα φέρει αβάσταχτο πόνο, θα αφήσει συντρίμμια και δυστυχία και απέραντη ερημιά στην ψυχή. Όταν η Μοίρα μπλέξει τα νήματα μεταξύ τους, οι γυναίκες θα συναντηθούν και θα ανακαλύψουν με τρόμο πως ο υπαίτιος της δυστυχίας τους ήταν ο ίδιος άντρας. Η λίγη χαρά που πρόσφερε είχε βαρύ τίμημα… την καταστροφή τους. Θα αποφασίσουν να τον εκδικηθούν… Μα η Μοίρα έχει τα δικά της σχέδια, αποφασίζει αλλιώς! Το βιβλίο αποτελεί επανέκδοση του ομώνυμου βιβλίου της συγγραφέως.
Μα όταν σου τα εξηγώ, mon ami, δεν είναι πάντοτε όλα απλούστατα; Πώς ακριβώς έγινε διάσημος ο Ηρακλής Πουαρό; Ο φίλος του, ο Άρθουρ Χέιστινγκς, αφηγείται δεκαοκτώ από τις υποθέσεις που έλυσε στα πρώτα χρόνια της καριέρας του και λίγο λίγο έχτισαν τη φήμη του. Είναι υποθέσεις κάθε είδους, από μικροκλοπές και ληστείες, μέχρι απαγωγές και φόνοι, και ο Πουαρό τις λύνει πάντα με τον τρόπο που προτιμά: όχι τρέχοντας πίσω από αποδεικτικά στοιχεία, αλλά βάζοντας το μυαλό του –τα «μικρά φαιά κύτταρα», όπως λέει ο ίδιος– να δουλέψει. Δεκαοκτώ ιστορίες, δεκαοκτώ μυστήρια που αποδεικνύουν ότι ο μικροκαμωμένος Βέλγος με το πάντα περιποιημένο μουστάκι είχε δίκιο να συστήνεται ως ο καλύτερος ντετέκτιβ στον κόσμο…
ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΤΡΙΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΡΠΑΣΕ ΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΔΙΕΘΝΕΣ ΜΠΕΣΤ ΣΕΛΕΡ Η Άνα Μπελέν Λιάνιο, ο πρώτος έρωτας του Κράκεν, βρίσκεται δολοφονημένη στην Άλαβα. Το μαρτύριο του θανάτου της παραπέμπει σε μια πανάρχαια τελετουργία όπου το θύμα κρεμιέται ανάποδα και βυθίζεται σε έναν λέβητα με καυτό νερό. Ο λέβητας είναι αυθεντικό κομμάτι από την Εποχή του Χαλκού. Και μια λεπτομέρεια κάνει τη φρίκη ακόμη μεγαλύτερη: Η Άνα Μπελέν ήταν έγκυος… Όπως φαίνεται σύντομα, ο δολοφόνος δε θα σταματήσει εδώ. Θα συνεχίσει να σκοτώνει μέλλοντες γονείς, μιμούμενος τις τελετουργίες του νερού, διαλέγοντας προσεκτικά ιερές τοποθεσίες της Χώρας των Βάσκων και της Κανταβρίας για τα εγκλήματά του. Η υπόθεση ξυπνά στον Κράκεν οδυνηρές μνήμες, από το καλοκαίρι του 1992, τότε που με τους τρεις καλύτερούς του φίλους πρωτοσυνάντησαν την αινιγματική Άνα Μπελέν Λιάνιο – μια γνωριμία που τους σημάδεψε για πάντα. Και ταυτόχρονα, του γεννά έναν φόβο χωρίς προηγούμενο. Γιατί η Άλμπα, η προϊσταμένη του και γυναίκα που αγαπά, είναι έγκυος – και κινδυνεύει να γίνει ο επόμενος στόχος του δολοφόνου…
Ο χρόνος είναι ο καλύτερος δολοφόνος. Επτά καθηλωτικές υποθέσεις που η μις Μαρπλ λύνει με τη γνωστή οξυδέρκεια και ευφυΐα της: Ένας μυστηριώδης άντρας τραυματισμένος από σφαίρα, το αίνιγμα του χαμένου θησαυρού, ένα πτώμα και μια μεζούρα, οι κατάρες μιας σαλεμένης επιστάτριας και ένα ατύχημα με άλογο, μια χαμένη καρφίτσα και μια τέλεια υπηρέτρια, μια δολοφονημένη σύζυγος σε δωμάτιο ξενοδοχείου και μια κληρονομιά, πολλοί υποψήφιοι κληρονόμοι και άλλοι τόσοι δολοφόνοι. Δύο επιπλέον ιστορίες μυστηρίου, «Η κούκλα της μοδίστρας» και «Αμυδρά, σαν μέσα σε καθρέφτη», χωρίς τη συμμετοχή της διάσημης μις Μαρπλ, αλλά εξίσου ατμοσφαιρικές και συναρπαστικές.
Γεννήθηκαν και οι τρεις την πρώτη του μηνός. Στα δέκα τους χρόνια συναντήθηκαν τυχαία μια νύχτα σ’ ένα αστυνομικό τμήμα κι έγιναν αχώριστοι από ιδιοτροπία της μοίρας. Ήταν πλέον Οι τρεις Άσοι. Πήραν δρόμους που τους έφεραν αντιμέτωπους και το μόνο τους μέλημα ήταν να διαφυλάξουν εκείνη την αλλόκοτη φιλία. Ένας ιερέας, ένας αστυνομικός κι ένας νονός της νύχτας… Τι πιθανότητες είχαν να συνεχίσουν την παράλληλη πορεία τους; Δοκιμάστηκαν σκληρά σε κάθε τους βήμα, αλλά άντεξαν. Μέχρι που μια Ντάμα ανακάτεψε ύπουλα την τράπουλα και έστησε το παιχνίδι. Η μοίρα αποφάσισε να ρίξει ξανά τα χαρτιά όπως εκείνη ήθελε. Κράτησε στο μανίκι της κρυμμένους τρεις Άσους…
Οι τρεις υποσχέσεις που έδωσε στον πατέρα της η Μυρτάλη ρίζωσαν βαθιά στην καρδιά της. Η μοίρα επέλεξε να έρθει στον κόσμο στις 20 Ιουλίου του 1974 στην Αμμόχωστο, την ημέρα της εισβολής του Αττίλα στην Κύπρο. Οι βομβαρδισμοί και η μυρωδιά του θανάτου υποδέχτηκαν τον ερχομό της. Τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν αφύπνισαν μέσα της το χάρισμα της συγγραφής και σύντομα έγινε η αγαπημένη συγγραφέας του αναγνωστικού κοινού. Η Μυρτάλη πλέον τα έχει όλα· φήμη, δόξα, πλούτη, έρωτα. Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει, μέχρι που οι παρασκηνιακές κινήσεις κάποιων ανθρώπων που αγάπησε και εμπιστεύτηκε την οδηγούν στον όλεθρο και στην απόγνωση. Θα βρεθεί εγκλωβισμένη σ’ έναν εφιάλτη, που ως τότε πίστευε ότι μόνο η συγγραφική της πένα μπορούσε να συλλάβει. Οι τρεις υποσχέσεις, όμως, όρκος ιερός, είναι εκείνες που θα της δώσουν τη δύναμη να παλέψει. Γιατί το Βαρώσι την περιμένει…