Λογοτεχνικά Βιβλία & Δοκίμια
(475)- Εμφάνιση
- 18
- 36
Η Στέλλα γνωρίζει τον Ιάσονα. Κάνουν σχέση. Χωρίζουν. Νομίζει πως τελείωσε μαζί του. Κάνει λάθος! Ο Ιάσονας δεν αποδέχεται τον χωρισμό, απλώνει πάνω της τα φαρμακερά του δίχτυα. Για να την εγκλωβίσει. Ως πού μπορεί να φτάσει άραγε για να ικανοποιήσει τον πληγωμένο του εγωισμό; Ένα παραμυθένιο νησάκι του Αιγαίου, η Μαρμαρωμένη Βασιλοπούλα του· κι ένας φόνος. Μια αγάπη-δηλητήριο. Ένα μωρό. Πάθος και ζήλια. Κι η Στέλλα αναζητάει μια καινούργια αρχή, μακριά από τον άντρα που προσπαθεί να στοιχειώσει τη ζωή της. Ταξιδεύει σε μια θάλασσα από μυστικά. Μυστικά που μπερδεύουν ζωές, συναισθήματα, αποφάσεις, σχέδια. Μόνο που το καραβάκι της είναι χάρτινο. Και τα καταγάλανα νερά του Αιγαίου είναι έτοιμα να το κλείσουν στην αγκαλιά τους… Άραγε το πεπρωμένο είναι δική μας επιλογή ή παιχνίδι της μοίρας;
Σ’ αγαπώ… Αλλά τι θα γίνει αν δεν μπορώ να αγαπήσω τη ζωή σου; H Έιβα έχει βαρεθεί τις διαδικτυακές γνωριμίες. Άλλωστε πάντοτε εμπιστευόταν το ένστικτό της περισσότερο από τους αλγόριθμους, οπότε θέλει να ξεφύγει από όλα αυτά. Έτσι, όταν γράφεται σε κάποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής σ’ ένα ησυχαστήριο στην Ιταλία, όπου οι συμμετέχοντες διατηρούν την ανωνυμία τους, ο έρωτας είναι το τελευταίο πράγμα που έχει στον νου της. Ώσπου γνωρίζει έναν όμορφο ξένο… Ξέρει γι’ αυτόν μόνο ότι είναι αστείος και καλόκαρδος, ενώ σύντομα ανακαλύπτει πως είναι και σπουδαίος εραστής. Κι αυτός από την πλευρά του δείχνει εξίσου γοητευμένος από την Έιβα, και ύστερα από ένα παθιασμένο ειδύλλιο, αποφασίζουν να γίνουν ζευγάρι, χωρίς να γνωρίζει καν ο ένας το όνομα του άλλου. Αλλά όταν επιστρέφουν στην κανονική τους ζωή, η καθημερινότητα θα τους πέσει πολύ βαριά. Παραξενιές και ενοχλητικές συνήθειες τους εκνευρίζουν, και η μια συμφορά διαδέχεται την άλλη. Μπορεί να αγαπιούνται, αλλά ο ένας δεν αγαπάει τον τρόπο ζωής του άλλου. Θα καταφέρουν να ξεπεράσουν τις διαφορές τους και να βρουν μια κοινή ζωή;
ΑΓΑΠΩ ΘΑ ΠΕΙ ΧΑΝΟΜΑΙ-ΡΕΝΑ ΡΩΣΣΗ-ΖΑΪΡΗ H Αλεξάνδρα, η Μαρίνα και η Ελίνα μεγαλώνουν σε ένα αρχοντικό όπου βασιλεύει η αδιαφορία. Έχουν τα πάντα αλλά τους λείπει το πιο βασικό: η αγάπη. Ακολουθούν το πεπρωμένο τους, ερωτεύονται με πάθος, χωρίζουν. Ταξιδεύουν παρέα με τα περιστέρια της καρδιάς τους στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και στην Καλντέρα της Σαντορίνης, πετούν πάνω από τις πλατείες της Φλωρεντίας, χορεύουν με τον ήλιο της ερήμου στη χλιδή των Αραβικών Εμιράτων, προσπαθούν με πείσμα να ανακαλύψουν τι θα πει «σ’ αγαπώ». Σε μια παράλληλη διαδρομή, παρών είναι και ο Δημήτρης, που σμίγει μυστικά με αλήθειες τραγικές, μπλεγμένος εν αγνοία του στον ίδιο οικογενειακό ιστό. Τέσσερις ήρωες που ερωτεύονται, πονούν, χαίρονται, συγκρούονται, αναρωτιούνται ως πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος που αγαπάει. Ίσως και μέχρι το φόνο; Είναι ποτέ δυνατόν; Έχει, άραγε, όρια η αγάπη;
Τον Ιούλιο του 2006 η Μπιρχίνια Μπαγέχο φυγαδεύτηκε από την Κολομβία. Η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο γιατί ήταν μάρτυρας-κλειδί στις δύο πιο σημαντικές δίκες του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα στη χώρα της: στη δίκη για τη δολοφονία ενός υποψήφιου Προέδρου της Δημοκρατίας και στη δίκη για την κατάληψη του Δικαστικού Μεγάρου, όπου έχασαν τη ζωή τους περίπου εκατό άτομα, μεταξύ άλλων δικαστές, αντάρτες και πολίτες. Είκοσι οκτώ χρόνια πριν, η Μπιρχίνια Μπαγέχο ήταν τηλεπαρουσιάστρια στην Κολομβία και μοντέλο που εμφανιζόταν στα εξώφυλλα των μεγαλύτερων περιοδικών. Το 1982 γνώρισε τον Πάμπλο Εσκομπάρ, έναν μυστηριώδη τριαντατριάχρονο πολιτικό που, στην πραγματικότητα, κινούσε τα νήματα ενός ασύλληπτα πλούσιου κόσμου, όπου μεγάλο μέρος της αδιάλειπτης ροής χρήματος -προερχόμενου από το εμπόριο κοκαΐνης- διοχετευόταν σε φιλανθρωπικά έργα και σε προεκλογικές εκστρατείες υποψήφιων για την προεδρία, τους οποίους επέλεγε ο ίδιος. Το βιβλίο αυτό είναι η παθιασμένη ιστορία ενός έρωτα που μετατράπηκε σε χρονικό φρίκης και ντροπής, και περιγράφει την εξέλιξη ενός από τα πιο διαβολικά εγκληματικά μυαλά της εποχής μας: την ικανότητά του να προκαλεί τρόμο και να προάγει τη διαφθορά, τους δεσμούς ανάμεσα στις παράνομες δουλειές του και σε διάφορους κρατικούς άρχοντες, τις δολοφονίες υποψηφίων για την προεδρία και τον πόλεμο που βύθισε όλη τη χώρα στο σκοτάδι. Το Αγαπώντας τον Πάμπλο, μισώντας τον Εσκομπάρ είναι μια μοναδική προσωπική ματιά στον χαρακτήρα και στη ζωή του θρυλικού βαρόνου των ναρκωτικών, γεμάτη λάμψη αλλά και διαποτισμένη από τη λαχτάρα της ηρωίδας για επιβίωση, ενώ δε λείπει και το χιούμορ. Η Μπιρχίνια Μπαγέχο διηγείται αυτή τη σκληρή ιστορία όπως κανένας άλλος δε θα μπορούσε να το κάνει.
Ο διακεκριμένος φυσικός Δρ Βέτρα βρίσκεται νεκρός, με ένα μυστηριώδες σύμβολο χαραγμένο με πυρακτωμένο μέταλλο στον θώρακά του. Στο ερευνητικό κέντρο στην Ελβετία, τον τόπο της φριχτής δολοφονίας, καλείται ο διάσημος καθηγητής συμβολολογίας Ρόμπερτ Λάνγκντον για να διαλευκάνει το μυστήριο. Το σύμβολο που αντικρίζει τον φέρνει αντιμέτωπο με μια τρομακτική πιθανότητα: την επάνοδο μιας πανίσχυρης μυστικής αδελφότητας, τους Πεφωτισμένους. Ο Λάνγκντον φοβάται ότι η κίνηση αυτή σηματοδοτεί απλώς την αρχή ενός σατανικού σχεδίου, με στόχο τον αρχέγονο εχθρό της αδελφότητας, την Καθολική Εκκλησία. Οι φόβοι του επιβεβαιώνονται την παραμονή της συνεδρίασης του Κονκλαβίου, όταν αγγελιαφόρος των Πεφωτισμένων φέρνει ένα εφιαλτικό μήνυμα: την τοποθέτηση ωρολογιακής βόμβας στην καρδιά του Βατικανού. Τότε ο Λάνγκντον, με τη βοήθεια της φυσικού Βιτόρια Βέτρα, θα ξεχυθεί σε μια ανελέητη αναζήτηση για να ανακαλύψει, μέσα από κρύπτες και κατακόμβες, εγκαταλελειμμένους ναούς και κρυφά μαυσωλεία, ένα μονοπάτι 400 ετών γεμάτο αρχαία σύμβολα, που εκτείνεται σε όλη τη Ρώμη και οδηγεί στο χαμένο άντρο του τάγματος: τη μόνη ελπίδα για αναχαίτιση του εκρηκτικού σχεδίου και τη σωτηρία του Βατικανού. Το πρώτο θρίλερ του Νταν Μπράουν με ήρωα τον Ρόμπερτ Λάνγκντον. Ένα μοναδικό κράμα συναρπαστικής περιπέτειας κι εκλεπτυσμένης ίντριγκας, σε συνδυασμό με το αιχμηρό χιούμορ που συναντούμε στα μυθιστορήματα του κορυφαίου συγγραφέα, με φόντο την αιώνια μάχη μεταξύ επιστήμης και θρησκείας.
Τρεις από τις επτά πύλες της πόλης είχαν πια κυριευτεί κι οι μέχρι χτες σκλάβοι, οι πεινασμένοι, οι ματωμένοι, οι εξανδραποδισμένοι, γονάτιζαν το θεριό, άλωναν την Τριπολιτσά. «Πού πας, μπρε Νικόλα, μονάχος;» φώναξε οργισμένος ο Κολοκοτρώνης κι έκαμε να κινηθεί, να τον γυρίσει πίσω στην αράδα. «Πάω ν’ ανταμώσω την Αργυρούλα μας», του αποκρίθηκε και ξεθηκάρωσε την κοφτερή του πάλα. «Ή να γδικηθώ τον θάνατό της…» Πρώτοι μήνες της Επανάστασης κι ο αέρας της λευτεριάς σαρώνει τα σκλαβωμένα χώματα της πατρίδας απ’ τη Μακεδονία και το Αιγαίο μέχρι το Μεσολόγγι και τον Μοριά. Ο Νικόλας, η Δέσπω, ο Στέφανος, η Αργυρώ, ο Σίμος, ο μικρός λαός τούτου δω του μυθιστορήματος, μορφές και ψυχές της Επανάστασης, παλεύουν θεριεμένα για τ’ άπιαστο όνειρο και δοκιμάζονται σκληρά απ’ την ανθρώπινη μοίρα. Ζυμώνονται με τη φωτιά και το μπαρούτι, πολεμούν, αγαπούν, θρηνούν, πονούν. Μα, επιτέλους, ανασαίνουν λεύτερα. Μετά το Σούλι και το Ζάλογγο, τα Ψαρά, τ’ Ανάπλι, η Τριπολιτσά. Τόποι μαρτυρικοί, τόποι ιεροί, μα και τόποι αφάνταστου ηρωισμού. Κει όπου οι σκλάβοι γίνονται άνθρωποι. Κει όπου οι ραγιάδες γίνονται Έλληνες.
Πότε σαν ζωηρόχρωμη ζωγραφιά και πότε ιστορώντας τη σκληρή πραγματικότητα, ο Τζανής Κομνάς, με κύριο συνοδοιπόρο τον εκπληκτικής ομορφιάς, άσωτο, μαγικό, γενναιόδωρο, ανυπότακτο, άγιο και δαίμονα Ανθία, πορεύεται στην Κωνσταντινούπολη του 1808-1831. Στο υφαντό της μυθοπλασίας περιπλέκονται το άρωμα Κυνηγός του Ανέμου, που ξετρελαίνει τις χανούμισσες και τις αρχόντισσες, έρωτες και περιπετειώδεις διαδρομές με αναπάντεχη εξέλιξη, αποσιωπημένες αλήθειες, ερωμένες πατριαρχών, η επανάσταση του 1821 δοσμένη από το κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Ευρωπαίοι πρέσβεις που πουλάνε γυναικόπαιδα στους Τούρκους, οι «μακελεμένοι» Oσμανλήδες που κυκλοφορούν για να εξαγριώνονται οι μουσουλμάνοι, οι σφαγές των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης και της Χίου από τους αποθηριωμένους Οθωμανούς, ο Πόντος, το Δραγατσάνι, η Τρίπολη, το Ναύπλιο, η Αλεξάνδρεια, το Μανιάκι. Κι ακόμη: χαρέμια, φτώχεια, μεγιστάνες, σμήνη πλανόδιων πωλητών, παπάδες τσαρλατάνοι, συμμορίες των δρόμων, συντεχνίες ζητιάνων, κρυπτοχριστιανοί, πολύβουα και λαμπερά παζάρια, τεράστια καπηλειά, στις εισόδους των οποίων στέκονται ομοφυλόφιλα αγόρια και χαμάληδες να μεταφέρουν με κοφίνια τους μεθυσμένους, σκλαβοπάζαρα, βασανιστήρια, το μπουντρούμι κι η αστυνομία του Πατριαρχείου, αγιάσματα, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, ερωτικά ξόρκια, οδαλίσκες, μαύροι και λευκοί ευνούχοι στο παλάτι του σουλτάνου, οι φανταχτερές νύχτες του Ραμαζανιού, χοροεσπερίδες, πανηγύρια των Ρωμιών, ναυτικές περιπέτειες και πόσα άλλα. Κι όλα υπό τη σκιά του πόθου, του φόβου και του όχλου, και μέσα από το ήμερο και το άγριο, την ομορφιά και την ασχήμια, το καλό και το κακό, που μπορεί να ενυπάρχουν στον ίδιο άνθρωπο και να τον μεταμορφώνουν, ανάλογα με τις συνθήκες και τις καταστάσεις που καλείται ν' αντιμετωπίσει σε άγιο, δαίμονα, άγιο και δαίμονα.
Η νεαρή Πιπ Τάιλερ δεν ξέρει ποια είναι. Ξέρει ότι το πραγματικό της όνομα είναι Αγνή, ότι έχει φορτωθεί μ’ ένα φοιτητικό δάνειο 130.000 δολαρίων, ότι κάνει παρέα με αναρχικούς στο Όκλαντ και ότι η σχέση της με τη μητέρα της είναι καταστροφική. Αλλά δεν έχει την παραμικρή ιδέα ποιος είναι ο πατέρας της, γιατί η μητέρα της επέλεξε μια απομονωμένη ζωή με ένα επινοημένο όνομα, και πώς θα καταφέρει κάποτε να αποκτήσει μια φυσιολογική ζωή. Και τότε εμφανίζεται ένας Γερμανός ακτιβιστής που οδηγεί την Πιπ στα άδυτα του Εγχειρήματος Ηλιόφως, μιας οργάνωσης που χειρίζεται τα μυστικά του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του μυστικού της καταγωγής της Πιπ. Η οργάνωση αυτή είναι γέννημα του Αντρέας Βολφ, ενός χαρισματικού προβοκάτορα που έγινε πασίγνωστος ύστερα από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Ο Αντρέας γοητεύεται από την Πίπ για λόγους ακατανόητους σ’ εκείνη και η ένταση των δικών της συναισθημάτων απέναντί του ανατρέπει τις συμβατικές απόψεις της για το καλό και το κακό. Ο Τζόναθαν Φράνζεν εμπνεύστηκε έναν κόσμο πρωτότυπων χαρακτήρων -Καλιφορνέζων και Ανατολικογερμανών, καλών και κακών γονιών, δημοσιογράφων και leakers- και ακολουθεί τα βήματά τους μέσα σε χώρους σύγχρονους, όπως το Διαδίκτυο, αλλά και αρχαίους, όπως ο πόλεμος μεταξύ των φύλων.
Ο Όλιβερ Ντομπς ήταν πρώτα θεατρικός συγγραφέας και μετά άνθρωπος. Γι’ αυτόν οι άλλοι δεν ήταν παρά εργαλεία για να κάνει τη δουλειά του και να πετυχαίνει τους στόχους του. Παρόλο που είχε ραγίσει την καρδιά της Βικτόρια Μπράντσο, όταν εμφανίστηκε στο κατώφλι της με τον δίχρονο γιο του αγκαλιά, εκείνη δεν μπόρεσε να του κλείσει την πόρτα και να τον διώξει. Τώρα οι τρεις τους ξεκινούν για μια ανοιξιάτικη εκδρομή σ’ ένα κάστρο στη Σκοτία. Εκεί η Βικτόρια θα συναντήσει τον ιδιοκτήτη και θα συνειδητοποιήσει ότι τα κοιμισμένα συναισθήματά της θα ξυπνήσουν και πάλι. Από τη ρομαντική πένα της Ρόζαμουντ Πίλτσερ μια ιστορία για μια γυναίκα που μαθαίνει να συγχωρεί τον πρώην αγαπημένο της, αλλά και τον εαυτό της, όταν τον συνοδεύει σ’ ένα ταξίδι όπου ανακαλύπτει ότι ο έρωτας είναι πάντα μια πιθανότητα.
Ξέρεις γιατί δε διστάζω να σε θυσιάσω; Γιατί είσαι ζυμωμένη στα κύτταρά μου. Δεν υπάρχουν όρια μεταξύ μας. Δεν είμαστε δύο, είμαστε ένα… Μια ψυχή σε δυο κορμιά… Και δεν πειράζει αν πεθάνει η μια… Αρκεί να ζήσει η άλλη! Αποφάσισα να ζήσω εγώ, αλλά πάντα θα σε κουβαλάω κολλημένη επάνω μου! Γιατί εγώ είμαι εσύ! Δυο γυναίκες, μια αμύθητη περιουσία, ένα τρανταχτό όνομα και το πιο σημαντικό ερώτημα: Ποια από τις δύο είναι η πραγματική Ισιδώρα Κοσμίδη; Η φατρία του Κύκνου και η φατρία του Δράκου, δυο οικογένειες με απαρχές χαμένες στον χρόνο, που γεννούν τις πιο δυνατές μάγισσες της Αιγύπτου. Γυναίκες αντίπαλες που φέρνουν στην ψυχή τους το φως και το σκοτάδι. Μια ιστορία γεμάτη γητειές, ξόρκια, μπαχάρια, σερμπέτια, βοτάνια και γλυκό καπνό ζυμωμένο με μέλι, που σε ταξιδεύει στην πιο μαγική πόλη της Ανατολής, την κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, την αιώνια πόλη με τα δυο πρόσωπα. Και κατόπιν η μετάβαση στην Αθήνα και η τελική αναμέτρηση τη δεκαετία του ’60. Ένας αγώνας μέχρι θανάτου. ΓΙΑΤΙ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΔΕΝ ΤΙΣ ΧΩΡΑΕΙ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΥΟ… ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ…
Δραπετεύοντας από το χωριό όπου γεννήθηκε, από μια περιοχή ταλανισμένη από τη φτώχεια, την πείνα και τους λοιμούς, ο νεαρός Ιλιάς φτάνει σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη όπου έκθαμβος παρακολουθεί την παρέλαση των Δυνάμεων Ασφαλείας στη Γερμανική Ανατολική Αφρική. Χρόνια αργότερα, το 1914, ενώ επίκειται ο μεγάλος πόλεμος μεταξύ των Βρετανών και των Γερμανών, στην Τάνγκα της Τανζανίας, o Ιλιάς αποφασίζει να καταταγεί στον γερμανικό στρατό, που αποτελείται κυρίως από Αφρικανούς μισθοφόρους, υποσχόμενος στη μικρή του αδελφή πως σύντομα θα επιστρέψει. Η υπόσχεσή του δε θα εκπληρωθεί ποτέ και το μυστήριο για το τι απέγινε ο Ιλιάς θα σκιάζει τη ζωή της Αφίγια ώσπου να γνωρίσει τον Χάμζα, έναν γενναιόδωρο και ονειροπόλο λιποτάκτη ο οποίος κατάφερε να διαφύγει από τη φρίκη του πολέμου. Οι δυο τους θα ζήσουν μια αναπάντεχη ιστορία αγάπης που θα ενώσει δυο οικογένειες αλλά και δυο ηπείρους, την Αφρική με την Ευρώπη. Συνδυάζοντας ιστορικά στοιχεία σε μια συγκινητική μυθοπλασία, ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα μάς προσφέρει ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο για την Αφρική, την κληρονομιά της αποικιοκρατίας, τις φρικαλεότητες του πολέμου, καθώς και για τις απροσμέτρητες αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης.
ΜΠΕΣΤ ΣΕΛΕΡ ΤΩΝ SUNDAY TIMES ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ 2020 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ BBC ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΔΕΚΑ ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ 2020 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ NEW YORK TIMES Ένα αγόρι, που το πέρασμά του από τη ζωή χάθηκε στη λησμονιά, αλλά το όνομά του έμεινε στην Ιστορία ως ο τίτλος ενός από τα διασημότερα θεατρικά έργα όλων των εποχών, ζωντανεύει από την πένα μιας σπουδαίας συγγραφέως στην καλύτερή της στιγμή. Αυτή είναι η τρυφερή και αβάσταχτα συγκινητική ιστορία του Άμνετ, που, μια καλοκαιριάτικη μέρα του 1596, στο Στράτφορντ, αναζητά απεγνωσμένα βοήθεια για να σώσει τη δίδυμη αδερφή του, η οποία πέφτει στο κρεβάτι με πυρετό. Κανένας δεν είναι στο σπίτι. Η μάνα τους, η Άγκνες, είναι στον μαγισσόκηπό της, όπου καλλιεργεί βοτάνια, ενώ ο πατέρας τους λείπει στο Λονδίνο για δουλειά. Οι δυο γονείς δεν ξέρουν πως μέχρι το τέλος της εβδομάδας ένα από τα παιδιά τους δε θα είναι πλέον στη ζωή. Εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα, το βραβευμένο μυθιστόρημα της Μάγκι Ο’Φάρελ αφορά τον δεσμό μεταξύ των διδύμων, έναν γάμο που φτάνει στο χείλος της καταστροφής από το βαρύ πένθος, ενώ, παράλληλα, αφηγείται την ιστορία ενός γερακιού και της κυράς του· των ψύλλων που μπαίνουν σε ένα πλοίο στην Αλεξάνδρεια, και του γιου ενός γαντοποιού, που αψηφά τις συμβάσεις προκειμένου να διεκδικήσει τη γυναίκα που αγαπά.
Σκέφτομαι συνεχώς εμένα, τις φίλες μου και όλες τις γυναίκες που τέτοια ώρα είναι μόνες. Γυναίκες που δεν τους λείπει τίποτε κι όμως έχουν ένα τίποτε στο κρεβάτι τους. Είναι μισές. Όπως και να το κάνουμε, άνθρωπος χωρίς ταίρι είναι μισός άνθρωπος. Είναι μορφή αναπηρίας κι αυτό. Σηκώνομαι από το κρεβάτι και κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Η Μέριλιν, η γάτα μου, πετάγεται από δίπλα μου κοιτάζοντας κι αυτή τον καθρέφτη. «Μέριλιν, είμαι ανάπηρη», της λέω. Με κοιτάει στα μάτια και προσπαθεί να καταλάβει. «Κι εσύ είσαι ανάπηρη», συνεχίζω. «Δεν έχουμε σύντροφο. Είμαστε ανάπηρες». Η Μέριλιν ξαναξαπλώνει και συνεχίζει τον ύπνο της. Αδιαφορεί. Σαν να μου λέει: «Άντε, κοπέλα μου, σύνελθε και κοιμήσου. Μια χαρά άνθρωπος είσαι. Σιγά μην τρελαθούμε για τα αρσενικά». Συνέρχομαι. Τι με έπιασε ξαφνικά; Γιατί τόσος πεσιμισμός; Δηλαδή, επειδή οι άντρες είναι νούμερα, πρέπει κι εγώ να γίνω νούμερο νυχτιάτικα; «Βρε, δεν πάνε στα τσακίδια!»
Ένα μυθιστόρημα ταξιδιάρικο, που ανακατεύει μυρωδιές και γεύσεις, χαϊδεύει υλικά. ξυπνάει μνήμες και προσφέρει ό,τι πολυτιμότερο: την αγάπη.
Τρελαθήκατεεε; Τρελαθήκατεεε; Κοντεύετε; Α, ωραία. Μια στιγμή να απολυμάνω στα γρήγορα έναν ζουρλομανδύα και πάμε παρέα να γελάσουμε, να ξεφύγουμε από τους πάντες και τα πάντα. Είχα, που λέτε, τον άντρα, τα παιδιά, τον σκύλο, μια δουλειά, και μια ωραία πρωία έκαναν την εμφάνισή τους η παγκόσμια πανδημία και τα πεθερικά μου! Γιατί χέρι χέρι έρχονται πάντα οι καταστροφές. «Ο καλός ο πεθερός, γάιδαρος καμαρωτός, και η κακιά η πεθερά, κολοβή οχιά». Και για περισσότερη τρέλα, σας έχω καυτό κούκλο toy boy, που χορεύει τσίτσιδος στο απέναντι μπαλκόνι, έχω «καθαρισμό αύρας» για να διώξετε την αρνητική ενέργεια, έχω σούπερ σέξι μεγάλο έρωτα dj, όχι παίξε γέλασε, φίλες σε απόγνωση, τρελές παρακολουθήσεις και ωραιότατα υπαρξιακά τού τύπου «ποια είμαι;», «πού πάω» και «με αδυνατίζει καθόλου η κόκκινη μάσκα με τις ροζ καρδούλες ή να αρκεστώ στα κίτρινα γάντια που έχω στολίσει με πολύχρωμα φωτάκια»; Μια οικογένεια που θα μπορούσε να είναι… η δική σας, στο πιο αστείο και επίκαιρο βιβλίο της εποχής μας. Γιατί… και τα ζούμε και προλαβαίνουμε να τα γράψουμε!
«Οι περισσότεροι επιτυχημένοι άνθρωποι είναι δυστυχείς. Γι’ αυτό, άλλωστε, και είναι επιτυχημένοι… αισθάνονται την ανάγκη να καθησυχάζουν την ανασφάλεια που αισθάνονται για τον εαυτό τους επιτυγχάνοντας κάτι που θα προκαλέσει το ενδιαφέρον της κοινωνίας». Μία όμορφη κληρονόμος δηλητηριάζεται θανάσιμα σε ένα εστιατόριο στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου. Έξι άνθρωποι συγκεντρώνονται για να δειπνήσουν γύρω από ένα τραπέζι επτά ατόμων. Στην άδεια θέση είναι τοποθετημένο ένα κλαδάκι δεντρολίβανο, στη μνήμη της Ρόζμαρι Μπάρτον, που πέθανε σε αυτό το τραπέζι ακριβώς έναν χρόνο πριν. Κανένας από όσους ήταν παρόντες εκείνη τη μοιραία νύχτα δε θα ξεχνούσε ποτέ το παραμορφωμένο από τον πόνο και τον τρόμο πρόσωπό της, ούτε και όσα γνώριζε για την εκπληκτική ζωή της. Η Ρόζμαρι πάντα δημιουργούσε έντονες αναμνήσεις. Είχε την ικανότητα να εγείρει έντονα πάθη σχεδόν σε όλους όσους συναντούσε. Και, σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό το πάθος ήταν τόσο δυνατό, που τη σκότωσε…
Η Ετσούκο, μια μεσήλικη Γιαπωνέζα που ζει στην Αγγλία, προσπαθεί να συμφιλιωθεί με την πρόσφατη αυτοκτονία της κόρης της. Καταφεύγοντας στο παρελθόν, ξαναζεί με ιδιαίτερη ένταση μια ζεστή καλοκαιρινή νύχτα στο Ναγκασάκι, όταν εκείνη και οι φίλες της αγωνίζονταν να συνεχίσουν τη ζωή τους μετά τον πόλεμο. Αλλά καθώς θυμάται την παράξενη φιλία της με τη Σατσίκο, μια πλούσια γυναίκα που έμεινε άστεγη, οι αναμνήσεις της παίρνουν μια δυσάρεστη τροπή… Η Αχνή θέα των λόφων είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Καζούο Ισιγκούρο. Ένα «μακάβριο και αλάνθαστα δουλεμένο αίνιγμα» (Sunday Times) που «ισορροπεί απόλυτα ανάμεσα στην ελεγεία και την ειρωνεία» (New York Times Book Review).
«Είσαι η μικρή Πορτοκαλένια μου!» της ψιθύρισε. Μέθυσε εκείνη από τον χυμό του ήλιου και έγειρε το κεφάλι της και δέχτηκε να γίνει σιγά σιγά η μικρή Πορτοκαλένια του. Η φωνή του την έστελνε ψηλά, πιο ψηλά κι από τους εφτά ουρανούς του ποιητή του, το πάθος του την παράσερνε. Κι όλα μαζί έγιναν ένα: ο έρωτας… Η Αλίκη προδίδει τον άντρα που αγαπάει, χαϊδεύει τις πληγές της στην αγκαλιά ενός παιδιού. Ο Γιάννης απογοητεύεται από την απόρριψη, μετατρέπει το μίσος του σε εκδίκηση. Η Χριστίνα νιώθει ευάλωτη μπροστά στον έρωτα, πληρώνει ακριβά το τίμημά του. Ο Αλέξανδρος ταξιδεύει τα όνειρά του στα σκληρά μονοπάτια της αλήθειας. Τέσσερις ήρωες που παλεύουν με τους ανέμους της ζωής τους, με τα παιχνίδια της ψυχής τους και οδηγούνται στην κάθαρση μέσα από αλλεπάλληλες ανατροπές. Και ανάμεσά τους η αγάπη. Που υπομένει και συμπάσχει, χορεύει και τραγουδάει. Που είναι ουρανός και θάλασσα μαζί. Και γίνεται ένα. Ένα μαγευτικό βαθύ γαλάζιο.