Λογοτεχνικά Βιβλία στα Ελληνικά
(222)- Εμφάνιση
- 18
- 36
«Σε θέλω δικό μου. Δεν αντέχω πια να σε μοιράζομαι. Προτιμώ να μη σε έχω καθόλου αν δεν ανήκεις μόνο σε εμένα». Ο τόνος ήταν απολογητικός, η φράση απλή και χιλιοειπωμένη. Όμως καμία δεν είχε τολμήσει να του το πει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Αλλά του το είπε. Εκείνη. Το κορίτσι με το σαλιγκάρι. Έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού από το Λονδίνο στις 26 Μαρτίου του 1969. Έφτασε κρατώντας στη χούφτα της ένα μικρό, πληγωμένο σαλιγκάρι. Και από εκεί, πάντα με το μικρό σαλιγκάρι προστατευμένο στην κλειστή παλάμη της, πήγε στα Μάταλα. Εκεί όπου της είχαν υποσχεθεί ότι βρισκόταν ο παράδεισος της φύσης. Και των χίπηδων. Στα Μάταλα, τον παράδεισο της ελευθερίας. Και της Τζόνι Μίτσελ. Και του Χάρι. Προπαντός του Χάρι. Έμεινε μέχρι τον Μάιο του 1969, περιμένοντας, μαζί με τα παιδιά των λουλουδιών από όλο τον κόσμο, το καλοκαίρι της αγάπης. Μα αυτό δεν ήρθε ποτέ... Γιατί εκείνο τον Μάιο έγινε ό,τι έγινε. Ένα μυθιστόρημα για ένα κορίτσι, που πίστευε πως η μεγαλύτερη ελευθερία της καρδιάς είναι να μπορεί να ανήκει, και για ένα αγόρι, που δεν μπορούσε να ερωτευτεί. Στην πιο ξέγνοιαστη παραλία του κόσμου, τα φημισμένα Μάταλα. Κάτω από τον μοναδικό ήλιο της Κρήτης, με τον αέρα της Αφρικής να φυσάει στο Λιβυκό Πέλαγος, διώχνοντας μακριά τις ιστορίες της τότε καθωσπρέπει κοινωνίας.
Καλάβρυτα, 13 Δεκεμβρίου 1943. Τα γερμανικά πολυβόλα θερίζουν ζωές, βάφοντας με αίμα τον τόπο ολάκερο. Δεν έμεινε πέτρα πάνω στην πέτρα. Σπαράζουν οι μανάδες σκάβοντας με τα νύχια το χώμα, κρύφτηκαν ο ήλιος και τα πουλιά. Παντού στάχτη και θάνατος. Η Παρασκευούλα, πεντέμισι χρόνων, νιώθει να χάνεται το μυαλό της, λαβώνεται η ψυχή της. Κρύβεται με τ’ αδέλφια της στο βουνό, δυο μερόνυχτα περπατούν θρηνώντας τον πατέρα. Ο Μητροπολίτης ζητάει από τις οικογένειες να δώσουν παιδιά για υιοθεσία στην Αυστραλία. Με φλογισμένα μάτια η μικρή σηκώνει το τρεμάμενο χεράκι της και φωνάζει: «Εγώ θα πάω στην… Αστραλία, εγώ!» Χλώμιασε η μάνα της, η Αρχοντούλα, στράγγιξε το αίμα από τις φλέβες της. Το αεροσκάφος Ντακότα με το όνομα «Αέρας» αναλαμβάνει να συνεχίσει την ιστορία, που ράγισε πέτρες και γκρέμισε βουνά! Μια αληθινή, σπαρακτική ιστορία με φόντο τα ισοπεδωμένα Καλάβρυτα, ένα ολόφωτο μήνυμα στην ανθρωπότητα από μία συγκλονιστική γυναίκα, τη Βίβιαν Στεφάνου, για τη δύναμη της ψυχής του ανθρώπου, που χτίζει φάρους για ν’ απλώσει το φως!
…ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΤΡΗΤΟ ΑΠΟ ΤΟ ΕΝΑ ΤΟΥΤΟ ΛΑΘΟΣ, ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ-ΔΥΝΑΜΙΤΗ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΤΙΝΑΞΕΙ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΩΣΩ, ΕΙΜΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΞΕΡΩ ΤΙ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ, ΟΜΩΣ ΔΕ ΘΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΩΣΩ, ΔΕ ΘΑ ΤΟΝ ΠΡΟΔΩΣΩ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ ΑΥΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΑΠΟ ΤΡΙΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟΣΤΑΣΗ, ΓΑΝΤΖΩΜΕΝΟΣ ΣΤΗ ΜΑΡΚΙΖΑ, ΓΑΝΤΖΩΜΕΝΟΣ ΠΑΝΩ ΜΟΥ, ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΕ Ο,ΤΙ ΘΕΩΡΟΥΣΑΜΕ ΣΙΓΟΥΡΟ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΣΑΛΕΥΤΟ, ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΥ ΕΔΩ ΓΥΡΩ ΜΑΣ, ΜΕΣΑ ΜΑΣ, ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ.
Η Αλεξάνδρα Πανοπούλου είναι όμορφη, πλούσια και σύντομα θα γίνει πολύ διάσημη κατακτώντας τον τίτλο της βασίλισσας της ελληνικής τηλεόρασης. Παντρεύτηκε τον μεγάλο της έρωτα, τον Λεωνίδα, ο οποίος την λατρεύει, κι απέκτησε μαζί του έναν γιο, τον Όμηρο. Έχει πάντα κοντά της την παιδική της φίλη Ελίνα, που τρέχει σε κάθε της ανάγκη, και τους γονείς της, που δεν της χαλούν κανένα χατίρι. Θα μπορούσε να πει κάποιος πως είναι μια πολύ τυχερή κι απόλυτα ευτυχισμένη γυναίκα. Όμως δεν είναι. Στην ιστορία του βιβλίου η ηρωίδα δεν είναι η Αλεξάνδρα, η πρωταγωνίστρια του. Πραγματική ηρωίδα είναι η Ελίνα, και τραγικοί ήρωες ο Λεωνίδας και ο μικρός Όμηρος. Σύντομα θα καταλάβετε το γιατί…
Ονομάζομαι Δάμος Χαρμίνης και θα σας διηγηθώ τη ζωή μου ξεκινώντας δωδεκάχρονο παιδί από τη Θεσσαλονίκη του 1970, όπου ένα γεγονός πάγωσε μέσα μου κάθε συναίσθημα και με μετέβαλε αργότερα σε «μάτι του βοριά», που σάρωσε ζωές και κρεβάτια πολλών γυναικών. Πέρα από αυτό, θα αναφερθώ σε πολιτικά σκάνδαλα, στη σκοτεινή πλευρά της νύχτας και των ναρκωτικών, στον πόλεμο των νυχτερινών κέντρων, όπως τον έζησα, στη μάστιγα του αιώνα, το aids, στις άγριες νύχτες μου τη δεκαετία 1980-1990 στη Μύκονο, τότε που το νησί ήταν ο απόλυτος παράδεισος και υπήρχαν μόνο χρυσαφένια άμμος, θάλασσα, ουρανός και γυμνοί άνθρωποι. Η γλώσσα που χρησιμοποιώ είναι πολύ σκληρή και στις σκηνές που περιγράφω, κυρίως πάνω στο κρεβάτι μου, υπάρχει ωμός ρεαλισμός, έτσι ακριβώς όπως τα έκανα, χωρίς κανένα απαγορευτικό και χωρίς τον λυρισμό που ίσως απαιτεί ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Δεν είμαι συγγραφέας. Είμαι ένας άντρας που βίωσα με πάθος τα λάθη μου. Αν το μετάνιωσα; Αν καταστράφηκα; Αν δικαιώθηκα; Θα το μάθετε στο τέλος. Ένα είναι σίγουρο. «Για να διαβάσεις τη ζωή μου, πρέπει να μπορείς και να την αντέξεις…» Δ. Χ.
Κέρκυρα, 1916. Δυο κόσμοι διαφορετικοί σμίγουν μοιραία, καθώς χιλιάδες Σέρβοι στρατιώτες και πρόσφυγες καταφθάνουν στο νησί του Ιονίου, μέσα στη δίνη του Μεγάλου Πολέμου. Μετά τον Αλβανικό Γολγοθά και την κατάληψη της χώρας τους, οι αποδεκατισμένοι Σέρβοι βρίσκουν έναν σωτήριο τόπο για να επουλώσουν τις αμέτρητες πληγές τους, μα τα βάσανά τους δεν έχουν τελειωμό, καθώς οι επιδημίες θα πλήξουν μεγάλο κομμάτι των διασωθέντων. Στη σκιά ετούτης της πρωτοφανούς κατάστασης, ο έρωτας, αν και φαντάζει περιττή πολυτέλεια, έρχεται δικαιωματικά στο προσκήνιο και διατρανώνει το μεγαλείο του. Μια ιστορία αγάπης μεταξύ ενός Σέρβου στρατιώτη, του Ντιμίτρι, και μιας Κερκυραίας, της Σωτηρίας, θα γεννηθεί απρόσμενα μέσα από τα αποκαΐδια του πολέμου και των κακουχιών. Εκείνη βιώνει έναν μαρτυρικό γάμο στη σκιά ενός αδίστακτου άρχοντα του νησιού. Εκείνος, κομμάτι ενός πολεμικού δράματος, ψάχνει απεγνωσμένα ελπίδα σε τούτον τον τόπο. Ο έρωτάς τους γεννιέται παράδοξα, γεφυρώνοντας δεσμεύσεις, πατρίδες, συνθήκες, κόσμους, ενάντια σε όλους και όλα. Μα είναι αποφασισμένοι να τον τιμήσουν. Θα τα καταφέρουν;
«Το πράσινο φόρεμα, μικρό μου, είναι το ρούχο της ευτυχισμένης μας ψυχής… είναι η τρέλα που έρχεται μόνο μία φορά στη ζωή μας… είναι το επίσημο ένδυμα του ασυγκράτητου, παθιασμένου, ανείπωτου έρωτα, που ωστόσο εντός σου αφουγκράζεσαι πως σηματοδοτεί κάτι πολύ παραπάνω: το ίδιο το πεπρωμένο!… Και το φοράς μόνο μία φορά!» Η γιαγιά Μάγδα οργανώνει το τέλειο σκηνικό, προκειμένου να αποτρέψει τον γάμο της εγγονής της μ’ έναν άντρα που η ίδια δεν εγκρίνει. Ξεδιπλώνει όλη την ιστορία αγάπης που κρύβεται πίσω από το πράσινο φόρεμα, με μοναδικό σκοπό να διώξει τον Λίνο από τη ζωή της Κοραλίας. Η προσπάθειά της αυτή θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Παλιές ιστορίες, σκοτεινές και απειλητικές, αναδύονται καθώς το χθες σμίγει εκρηκτικά με το σήμερα. Ο μυστηριώδης Άρης Αλαβάνος και ο γοητευτικός πιλότος Κωνσταντίνος Θαλάσσης έρχονται στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο, με μόνο τους κοινό στόχο να σώσουν τη ζωή της Κοραλίας… Για ποιον από τους τρεις θα φορέσει εκείνη το πράσινο φόρεμα;
Στα τέλη του 19ου αιώνα, δύο αδελφικές φίλες, η Αμάντα και η Κλημεντίνη, περνούν μαζί τα καλοκαίρια τους στην Κέρκυρα, όπου μοιράζονται τα μυστικά και τα όνειρά τους. Κάποια στιγμή, οι δρόμοι τους θα χωρίσουν. Η μία, θυμωμένη από τον έρωτα, προσπαθεί να ξεχάσει. Η άλλη, πληγωμένη από τον έρωτα, μετατρέπει τον πόνο της σε δημιουργικότητα, προκειμένου να καταφέρει να ανοίξει το δικό της ξενοδοχείο στην Κηφισιά. Έπειτα από χρόνια, οι δύο γυναίκες θα συναντηθούν στο Πριγκιπότο για να ζήσουν πάλι μια κοινή ζωή, γεμάτη από τα μυστικά του παρελθόντος αλλά κι αυτά που έρχονται να τις ενώσουν ξανά. Μα όταν ο θυμός του έρωτα ζωντανέψει εκ νέου, τότε θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για τις δύο. Επειδή αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν μέχρι το τέλος είναι ποια από τις δύο θα πέσει θύμα στα βέλη του… Ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται από το 1878 μέχρι το 1898 στην Κέρκυρα και κατόπιν στην Κηφισιά της μπελ επόκ. Μια γυναίκα που προσπαθεί να επιβιώσει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Και ο έρωτας∙ ο παράνομος, που δεν έχει λόγο άνθησης, αλλά έχει λόγο ύπαρξης.
Βουτηγμένος στο δηλητήριο του μυαλού του, ο Στέφανος Δημητρίου, φοιτητής Ιατρικής με λαμπρές προοπτικές, χρειάστηκε μόνο ένα λεπτό για να καταστρέψει ολάκερη τη ζωή του. Το πάθος του για την αγαπημένη του Ελβίρα, μια ψευδαίσθηση που τον τύλιξε ασφυκτικά, τον οδήγησε σε μια αποτρόπαια πράξη που θα πλήρωνε ακριβά. Ένοχος για έναν φόνο και μια απόπειρα στην πιο τρυφερή ηλικία του, άρχισε να περιδιαβαίνει τις φυλακές της χώρας. Αυλώνας, Διαβατά, Κασσαβέτεια έγιναν το σπίτι του, μια κόλαση που διέλυσε τον ίδιο, την οικογένειά του κι όσους βρέθηκαν δίπλα του. Πάλεψε με τις ερινύες του για να μείνει όρθιος, τιμωρώντας κι ο ίδιος τον εαυτό του. Ωστόσο, τα συρματοπλέγματα δεν ακούμπησαν την ψυχή του, που αναγάλλιασε όταν η μοίρα αποφάσισε να σκηνοθετήσει ένα νέο έργο στη ζωή του. Και οι εξελίξεις; Ένας χείμαρρος ορμητικός! Μια σπαρακτική ανθρώπινη ιστορία με συγκλονιστική εξέλιξη που καθηλώνει και συγκινεί.
...Η ζωή είναι σαν το ποτάμι που κυλάει αυτή τη στιγμή μπροστά μας. Εύκολα σε παρασύρει και σε τραβάει όπου εκείνο πηγαίνει. Όπως ένα ποτάμι δε γυρίζει πίσω, έτσι κι εσείς, αν σας παρασύρει, δε θα μπορέσετε να γυρίσετε... να προσέχετε πάντα το ποτάμι... Μη σας παρασύρει.... Η Μελλισάνθη, η Ιουλία, η Ασπασία, η Πολυξένη και η Μαγδαληνή μεγαλώνουν με τη μητέρα τους σ' ένα χωριό στον Όλυμπο, δίπλα σ' ένα ποτάμι. Αυτό που επιθυμούν και οι πέντε είναι να γνωρίσουν τη ζωή μακριά από το πατρικό τους. Και θα το καταφέρουν! Η μοίρα θα τις στείλει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, κάνοντας το όνειρο πραγματικότητα. Μόνο που καμιά φορά, τα όνειρα γίνονται εφιάλτες που στοιχειώνουν και κυνηγούν... Πέντε γυναίκες, πέντε ζωές συγκλονιστικές, γεμάτες έρωτα και ανατροπές, ενώ το σπίτι δίπλα στο ποτάμι περιμένει υπομονετικά αυτό που ξέρει ότι θα συμβεί... Πολλαπλές ανατυπώσεις και χιλιάδες αντίτυπα από ένα βιβλίο που συγκλονίζει!
Αθήνα, Πρωτοχρονιά του 1938. Μέσα στη μεγάλη σάλα χορού, ένας κεραυνοβόλος έρωτας ανάβει φωτιά στις καρδιές της δεκαοκτάχρονης Ειρήνης και του Κωνσταντίνου, μοναδικού γόνου της πάμπλουτης οικογένειας Μποτέλη. Ενάντια σε όλα τα εμπόδια που δεν τους θέλουν μαζί, οι δύο νέοι ετοιμάζονται να παντρευτούν. Ωστόσο, την ημέρα του γάμου τους ένα φρικτό γεγονός ανατρέπει τα πάντα και η Ειρήνη, καταρρέοντας ψυχολογικά, λίγους μήνες προτού ξεσπάσει ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, φυγαδεύεται στον Καναδά, αφήνοντας πίσω της τον έρωτα και τα όνειρά της να γίνουν στάχτη και φωτιά, όπως και η πατρίδα της. Σχεδόν εξήντα χρόνια αργότερα, η Ελεονόρα Ντάγκλας, μια πλούσια Αμερικανίδα με ελληνικές ρίζες, έρχεται για διακοπές στην Ελλάδα προσπαθώντας να ξεπεράσει ένα προσωπικό δράμα. Μια καινούργια γνωριμία θα την πείσει να μείνει στην Αθήνα. Ανακαλύπτει τυχαία μια παλαιά κι εγκαταλειμμένη έπαυλη που τη μαγνητίζει τόσο, ώστε αποφασίζει να την αγοράσει. Καθώς την ανακαινίζει, αποκαλύπτεται κάτω από μια ταπετσαρία η τοιχογραφία ενός νεαρού ζευγαριού∙ η κοπέλα τής μοιάζει πολύ και η Ελεονόρα το θεωρεί καλό οιωνό. Όμως λίγο καιρό μετά την εγκατάστασή της αρχίζουν να συμβαίνουν περίεργα πράγματα, που, ενώ την τρομάζουν, παράλληλα την προκαλούν να ερευνήσει την ταυτότητα του ζευγαριού, νιώθοντας πως εκεί κρύβεται η απάντηση και ο λόγος που εκείνος τα βράδια περιφέρεται στα δωμάτια διεκδικώντας την…
Η Ελληνοαμερικανίδα Κάσι Πάλμερ ζει στην Καλιφόρνια, στο Λος Άντζελες, παντρεμένη και ευτυχισμένη επί είκοσι δύο χρόνια με τον επιτυχημένο πλαστικό χειρουργό των σταρ του Χόλιγουντ, Σταν Πάλμερ, όταν κάποια περίεργα όνειρα έρχονται να ταράξουν τον ύπνο και την καθημερινότητά της. Η Κάσι αρχίζει να αναζητά τις λησμονημένες παιδικές της αναμνήσεις, στη γη του πατέρα της, στο νησί της Αμοργού, στην Ελλάδα. Εκεί την περιμένει το πεπρωμένο της και η Κάσι αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι πια ο ίδιος άνθρωπος. Δύο άλλες γυναίκες, που έζησαν πολλά χρόνια πριν από εκείνη, την αναζητούν, ρίχνοντας τις σκιές τους στα όνειρά της και διεκδικώντας μερίδιο από τη ζωή της. Η Κάσι αφήνεται στα χέρια τους, αψηφώντας κάθε νόμο της λογικής, όταν διαπιστώνει ότι ένας μεγάλος ανεκπλήρωτος έρωτας ζητά να αναστηθεί μέσα από τη δική της ύπαρξη. Μια σαρωτική θύελλα γεγονότων μαστιγώνει το παρόν της, ενώ ένα τραγικό παρελθόν ζητάει να δικαιωθεί. Ποιες είναι αυτές οι γυναίκες που σέρνουν ακόμη τις φιγούρες τους μέσα στους αιώνες; Ποιος είναι αυτός ο άνδρας που τις αγάπησε τόσο πολύ; Ένα μεταφυσικό αισθηματικό θρίλερ της γνωστής συγγραφέως Χρυσηίδας-Χρύσας Δημουλίδου που θα σας καθηλώσει, θα σας προβληματίσει και ίσως σας λυτρώσει από τους επίγειους φόβους σας.
Όλη η ζωή του Μιχάλη… ένα τελευταίο τσιγάρο. Ένα τελευταίο τσιγάρο, προτού πάρει την απόφαση να παντρευτεί τη γυναίκα που αγάπησε κι ας ήταν τόσο νέος. Ένα τελευταίο τσιγάρο, προτού στραφεί σε ένα ριψοκίνδυνο επαγγελματικό βήμα, που τον εκτόξευσε στην κορυφή για να τον ρίξει σ’ έναν γκρεμό δίχως τέλος. Ένα τελευταίο τσιγάρο, για να μην πηδήξει στο κενό, όταν η ζωή του, η δουλειά του, τα όνειρα και ο έρωτας έγιναν στάχτες και αποτσίγαρα… Και ένα τελευταίο τσιγάρο, όταν μπροστά του ορθώθηκε η απειλή μιας ύπουλης ασθένειας και η κόρη του βούλιαξε στο σκοτάδι της· η νευρική ανορεξία άρχισε να κεντά βασανιστικά τις μέρες της αλλά ο Μιχάλης ήταν αποφασισμένος να μη γίνει και το παιδί του στάχτη στην πυρά της. Δίπλα του η Μαρκέλλα, φύλακας άγγελος της ζωής του και μια πραγματική φίλη που μόνο στα βιβλία συναντάει κανείς… Ή μήπως όχι; Μια ιστορία για τη ζωή ενός ανθρώπου που συναντήθηκε με τη φωτιά. Μια ιστορία για ένα… τελευταίο τσιγάρο…
Άρρωστος στο νοσοκομείο, ο Μιχάλης Δανιήλ αποκάλυψε στην Έλενα, τη νεαρή νοσοκόμα που καθόταν πλάι του, μία τοποθεσία κι ένα θλιβερό μυστικό. «Απλώς δε θα πας μέρα με βροχή…» της είπε. Μετά πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να βγάζει από μέσα του λόγια που τα είχε θαμμένα χρόνια, θαρρείς… Μιλούσε ασταμάτητα, κι όλη την ώρα φανταζόταν τον εαυτό του σκληρό, να κοιτάει τη ζωή μετανιωμένος. Και ήταν κρίμα, καθώς την αλήθεια εκείνης της σημαντικότερης, της τελευταίας μέρας δε θα τη μάθαινε ποτέ. Αν είχε σταθεί τότε να ακούσει τα λόγια της Όλγας, όλη η ζωή του θα είχε αλλιώτικη πορεία. Ύστερα από μέρες, η Έλενα, τρελή από αγωνία, τον έψαξε στον ίδιο θάλαμο, στο ίδιο κρεβάτι να του πει τα νέα. Ήταν, όμως, αργά… Ο Μιχάλης Δανιήλ είχε ξοφλήσει τους λογαριασμούς του με τη ζωή. Μια προδοσία στα σκοτεινά χρόνια της Κατοχής, ένας ανεκπλήρωτος έρωτας, μια μεγάλη αδικία, ένας κατ’ εξακολούθηση βιασμός μιας κωφής γυναίκας και, έπειτα από χρόνια, κάποιοι θάνατοι που συνδέονται με αναπάντητα ερωτήματα θα χτίσουν μια ιστορία συνηθισμένη και περίπλοκη, από αυτές που υφαίνει η μοίρα, αδιαφορώντας για τα όνειρα και τις επιθυμίες των ανθρώπων.
Πολλοί πιστεύουν πως το μίσος μέσα σου για κάποιον δεν μπορεί να τον αγγίξει. Κατατρώει μόνο εσένα τον ίδιο! Η Μαργαρίτα όμως το διοχέτευε με ολέθριες ενέργειες. Η μικρή, γλυκιά Μαργαρίτα από τα δώδεκά της χρόνια μεγάλωνε μαθαίνοντας να μισεί τον παιδικό της φίλο και τη μητέρα του, επειδή ο ίδιος ο πατέρας της τροφοδοτούσε την αθώα παιδική ψυχή της με δηλητήριο. Θυσίασε όνειρα, αγάπη και μέλλον για μια απατηλή εκδίκηση, με καταστροφικά αποτελέσματα για την οικογένεια του παιδικού της φίλου. Όταν μάθει την αλήθεια, είκοσι χρόνια μετά, θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να επανορθώσει για τις τρομερές συνέπειες των πράξεών της εξαιτίας του παράλογου και άδικου συναισθήματος με το οποίο την είχε ποτίσει ο πατέρας της και που κυριαρχούσε μέσα της τόσα χρόνια. Αλλά έπρεπε να πληρώσει! Θα αντέξει το τίμημα της εξιλέωσης;
Δε μπορώ, όχι, δε μπορώ να την υποφέρω πια!… Τι πληγή είν’ αυτή που μου ’στειλες, θε μου; Τι αμαρτίες έχω κάνει για να με τιμωρείς τόσο σκληρά; Ως πότε θα την έχω στην καμπούρα μου; Ως πότε θα ’μαι υποχρεωμένη να την ανέχομαι, να βλέπω τη μούρη της, ν’ ακούω τη φωνή της, ως πότε; Δε θα βρεθεί επιτέλους κανένας στραβός χριστιανός να την πάρει, ν’ απαλλαγώ απ’ αυτό το έκτρωμα της φύσεως, που μ’ άφησε ο πατέρας της για να μ’ εκδικηθεί – που χαΐρι και προκοπή να μη δουν εκείνοι που δε μ’ άφησαν να κάνω την έκτρωση!…
Η Μυρσίνη, καρπός του παράφορου έρωτα ενός Μακεδόνα και μιας Τσιγγάνας, μεγαλώνει ανάμεσα στους διαφορετικούς κόσμους του πατέρα και της μητέρας της, νιώθοντας πως δεν ανήκει απόλυτα σε κανέναν. Στα εννιά της χρόνια, όταν την εγκαταλείπει η μητέρα της, η μικρή Μυρσίνη πρέπει ν’ αντιμετωπίσει ολομόναχη το παράξενο χάρισμά της, την έκτη αίσθηση που έχει κληρονομήσει από την τσιγγάνα προγιαγιά της. Αδυνατώντας να διαχειριστεί ένα χάρισμα που το βλέπει σαν κατάρα, το καταπιέζει και εντάσσεται στον κόσμο του πατέρα της. Πολλά χρόνια αργότερα, γυναίκα πια, επισκέπτεται για πρώτη φορά με το μνηστήρα της τον τόπο καταγωγής της για να τακτοποιήσει τις κληρονομικές της υποθέσεις. Κι εκεί γνωρίζει τον Στέφανο Βρεττό, έναν άντρα που ανατρέπει όλες τις βεβαιότητες της ζωής της. Στη φθινοπωρινή Μακεδονία, ο διαισθητικός της εαυτός αφυπνίζεται έπειτα από ένα λήθαργο που κράτησε είκοσι χρόνια. Κι ενώ η Μυρσίνη παλεύει με τα χαώδη συναισθήματά της, ένας άγνωστος εχθρός επιβουλεύεται τη ζωή της…
Σέρρες, παγωμένο ξημέρωμα 13ης Μαρτίου 1964. Μια δεκαεξάχρονη ετοιμόγεννη κοπέλα καταφθάνει ολομόναχη στο νοσοκομείο της πόλης έχοντας αιμορραγία. Λίγες ώρες μετά ξεψυχά, αφού πρώτα φέρνει στον κόσμο ένα κοριτσάκι. Τρεις μέρες αργότερα, το βρέφος εξαφανίζεται μυστηριωδώς από την αίθουσα τοκετών. Οι έρευνες της Χωροφυλακής παραμένουν άκαρπες και ο φάκελος της υπόθεσης μπαίνει στο Αρχείο. Τον Σεπτέμβριο του 1989 ο περίεργος στραγγαλισμός μιας νεαρής καθηγήτριας συγκλονίζει τη Θεσσαλονίκη. Ύστερα από δύο μήνες ερευνών κι ενώ ο δολοφόνος παραμένει άφαντος, μια νεαρή μάνα βρίσκεται δολοφονημένη ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Ο αστυνόμος Στεργίου της Διεύθυνσης Ασφαλείας Θεσσαλονίκης παρατηρεί ότι τα δύο θύματα έχουν γεννηθεί την ίδια μέρα, στις 13 Μαρτίου του 1964 στο Νοσοκομείο Σερρών. Οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές. Ο Στεργίου αντιλαμβάνεται ότι μόλις έχει μπει σε έναν σκοτεινό λαβύρινθο μιας περίεργης υπόθεσης, που ο μίτος της ξεκινά είκοσι πέντε χρόνια πριν. Ποιος έκλεψε εκείνο το μωρό και πού βρίσκεται τώρα; Γνωρίζει ότι η ζωή του κινδυνεύει; Ποιος και γιατί δολοφονεί γυναίκες που έχουν γεννηθεί την ίδια μέρα στο ίδιο νοσοκομείο; Τι παιχνίδια παίχτηκαν και ποια συμφωνία με τον θάνατο, που ξύπνησε έναν δολοφόνο είκοσι πέντε χρόνια αργότερα;